Sunday, 6 December 2020

Το καθεστώς της ντροπής και της κατάντιας


Καταγγελία απο τον Γιώργο Θαλάσση, πρώην Γυμνασιάρχη του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, που όταν πήγε να αφήσει ένα λουλούδι στο μνημείο, τον εμπόδισαν και τον απείλησαν με προσαγωγή. Από την σελίδα του στο Facebook

Thursday, 3 December 2020

τα παιδιά της γαλαρίας

Μάνος Χατζιδάκις: «Τα Δεκεμβριανά ήταν η αγανάκτηση των παιδιών της γαλαρίας»

Ένα επίκαιρο απόσπασμα από του Μάνου Χατζιδάκι που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Το Τέταρτο» (τεύχος 3, Ιούλιος 1985). Η περίοδος που ονομάζουμε «Δεκεμβριανά» ξεκίνησε σαν σήμερα στις 3 Δεκεμβρίου 1944 με την αιματηρή κατάληξη συλλαλητηρίου της Πλατείας Συντάγματος.

«Τα παιδιά της γαλαρίας» είναι μια φημισμένη ταινία του Καρνέ. Τα δικά μας παιδιά της γαλαρίας είναι κάπως διαφορετικά. Εκείνα της ταινίας υπήρξαν θεατές από ψηλά, από την πιο φτηνή θέση, «εγκλημάτων» που διαδραματιζόταν στη σκηνή του θεάτρου. Τα δικά μας υπήρξαν και αυτά θεατές από ψηλά κι από την πιο ασήμαντη και φτηνή θέση, εγκλημάτων που διαδραματίζονταν στην ελληνική γη, ανίκανα να ορίζουν και ν’ αλλάζουν τη μοίρα των όσων έγιναν και γίνονται στον τόπο.

Τα όνειρα σε τούτα τα παιδιά υπήρξαν κυρίαρχα, σημαντικά και διαψευσμένα. Στον καιρό της Κατοχής τα μετέπειτα παιδιά της γαλαρίας ζούσαν απάνω στη σκηνή και παίζανε το ρόλο τους, τον όποιο ρόλο τους, έστω και τον πιο μικρό, με αυταπάρνηση, με το αίμα τους, με τη ζωή τους, χωρίς καιροσκοπισμό και ιδιοτέλεια, χωρίς προοπτική ανταλλάγματος. Μ’ ένα μονάχα στόχο, την επαλήθευση ενός επίμονου ονείρου. Και ήταν το όνειρο για μια ελεύθερη ζωή σχηματισμένη μακριά από απάνθρωπους νόμους, από ανάλγητους κρατικούς μηχανισμούς, από εξορίες και φυλακές και εκτελέσεις. Τίποτα δεν έγινε αλήθεια. Μετά τον πόλεμο κυβέρνησαν τον τόπο ξανά φθαρμένοι άνθρωποι, ανίκανοι να συλλάβουν έστω και στο ελάχιστο απ’ ότι γεννιόνταν κείνο τον καιρό κι αναρριγούσε ολόκληρο τον κόσμο. Εάν μας λέγαν τότε μερικά από τα ονόματα που κυβερνήσανε κατόπιν ότι θα ξανάβγαιναν στην πολιτική σκηνή να διαφεντέψουνε τη χώρα μας, θα γελούσαμε δίχως τελειωμό με την καρδιά μας. Γιατί πιστέψαμε βαθιά μέσα μας πως όλα αυτά τα ονόματα ήσαν φαντάσματα του παρελθόντος, απόντα στα δύσκολα χρόνια που περνούσαμε, για πάντα απόντα από τον τόπο.

Κι όμως συνέβη αυτό. Ξανάρθανε τα φαντάσματα κι αρχίσαν να πλαστογραφούν γι’ άλλη μια φορά την ελληνική ιστορία. Και τα παιδιά που πολεμήσανε κι ονειρευτήκανε, γίναν παιδιά της γαλαρίας, όσα δεν διώχτηκαν και δεν εξαφανίστηκαν στις φυλακές και στα ξερά νησιά του Αιγαίου.

Είναι τρισάθλια αντίληψη πως όλα τα παιδιά της γαλαρίας υπήρξαν οπαδοί του Ζαχαριάδη και του Μάρκου. Ακόμα κι αυτοί που ήσαν οπαδοί, απείχαν χιλιάδες μίλια μακριά απ’ τους γελοίους νεολαίους της σημερινής ΚΝΕ. Τα παιδιά της γαλαρίας δεν ήσαν φαύλα, δεν ήσαν χίτες, δεν ήσαν ανώμαλοι με τον φασισμό στο ‘να πλευρό τους. Δεν συμβιβάστηκαν με τους νικητές Γερμανούς, δεν υπήρξαν «πατριώτες» με το περιεχόμενο του χωροφύλακα και του μπράβου.

Είχαν τη σκέψη όργανο, τα μάτια υγρά κι ακούραστα να βλέπουνε τον κόσμο και την ψυχή παρθενική και απροσάρμοστη στη μεταπολεμική ελληνική αθλιότητα.

Τα Δεκεμβριανά δεν ήταν αντίδραση κομμουνιστών – όπως το πλαστογράφησαν οι ίδιοι κι όπως το απέδωσε η επίσημη ιστορία των φαντασμάτων. Ήταν η αγανάκτηση των παιδιών της γαλαρίας που βλέπαν τους συντρόφους τους και τα όνειρά τους στα φέρετρα, από σφαίρες που ρίξαν δοσίλογοι και φασίστες, φορώντας γαλάζιους μανδύες εθνικοφροσύνης. Και όλα αυτά τα ελληνικά αποβράσματα με την επίσημη υποστήριξη του νεαρού τότε κράτους, είχανε ένα εχθρό: την ψυχή των παιδιών της γαλαρίας. Εκατομμύρια ελληνικά παιδιά που πιστέψαν στην απελευθέρωση, αλλά βρέθηκαν ευθύς αμέσως απέναντι στον ίδιο χωροφύλακα, στο ίδιο δικαστή, στα ίδια ανάλγητα αρμόδια πρόσωπα που αντιμετώπιζαν πριν λίγα κιόλας χρόνο, όταν ακόμη υπήρχαν Γερμανοί. Και θέλησαν, πριν αποκλειστούν στη γαλαρία τους, να διαμαρτυρηθούν κραυγάζοντας για τελευταία φορά. Κι ύστερα να σωπάσουν – σαράντα χρόνια τώρα (σαράντα χρόνια τα περιέχω μέσα μου και τα δουλεύω για να τα πω κάποια φορά).

Όχι, η εθνική αντίσταση δεν ήταν έργο των κομουνιστών ούτε των εξ Αιγύπτου εθνικοφρόνων. Ανάμεσα στους δυο αυτούς μοιραίους πόλους βρίσκεται μια Ελλάδα που ονειρεύεται και άπειρες φορές προδομένη τραυματίζεται θανάσιμα. Και τότες ξεσπά – δεν έχει σημασία κάτω από ποια σημαία. Και είτε νικά είτε νικιέται εκφράζει απελπισία κι αγανάκτηση».
 

Wednesday, 7 October 2020

Δεν ξεχνάμε


Τίποτα δεν τελείωσε με την σημερινή απόφαση που στέλνει τους ναζί στη φυλακή.

Δεν ξεχνάμε ότι ο φασισμός έχει ποτίσει την κοινωνία και τον βρίσκεις παντού γύρω σου, στην καθημερινότητά σου. Τον βρίσκεις στην γειτονιά, στην εργασία, στον δρόμο, στην οικογένεια, στην άσκηση πολιτικής κατά παραγγελία του συστήματος. Οι φασίστες απλά θα λουφάξουν στις τρύπες τους ως συνήθως και θα ξαναβγούνε εφόσον τους το επιτρέψουμε.

Δεν ξεχνάμε ότι η αστεία αστική "δημοκρατία" μας, έδωσε άδεια σ'αυτά τα ούγκανα να σχηματίσουν κόμμα και να κατέβουν στις εκλογές.

Δεν ξεχνάμε τον ακροδεξιό Σαμαράκα, που ήταν στην κυβέρνηση και επέτρεπε σ'αυτή τη συμμορία να αλωνίζει και να μαχαιρώνει φουκαράδες και έπρεπε να χυθεί το αίμα του Παύλου Φύσσα για να κινητοποιηθεί και να κινήσει τις νόμιμες διαδικασίες.

Δεν ξεχνάμε όλους αυτούς τους κονφερασιέ των ναζί, που για χρόνια τους έφερναν στην επιφάνεια, τους διαφήμιζαν και τους έβαλαν στη βουλή με την ψήφο των κυρΠαντελήδων. Όλους αυτούς τους "έγκριτους" μεγαλοδημοσιογράφους που γλείφονταν στα παράθυρα με τον κασιδιάρη, τα πρωκτοσέλιδα της ντροπής, τους καλλιτέχνες του κώλου, τους τυχοδιώκτες πολιτικούς και όλα αυτά τα γιουσουφάκια του συστήματος, που τους έβρισκαν "συμπαθητικούς" και "ακτιβιστές".

Δεν ξεχνάμε και τους ψηφοφόρους τους, που ξέρανε και παρόλ'αυτά συνέχιζαν να τους ψηφίζουν και να τους οπλίζουν το χέρι και για άλλα εγκλήματα.

Φασίστες κουφάλες, δεν ξεχνάμε τίποτα.

                  

Tuesday, 4 August 2020

Η κρυφοκανίβαλη στρουθοκάμηλος, η ουελμπεκική κατάθλιψη και η λάθος πλευρά της στατιστικής.

Κορώνα ή γράμματα

Date: 2020.03.05

Αν κάτι μας δείχνει η όλη ιστορία με τον (κορονο)ιο, είναι ότι καθρεφτίζει το σύστημα μέσα στο οποίο ζούμε· αυτό είναι το γεγονός που μας αγχώνει περισσότερο, κι όχι ο ιός από μόνος του. 

Στην ουσία το να αγχωνόμαστε για τον ιό (ή να μην αγχωνόμαστε, η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος είναι), είναι μια μετατόπιση προκειμένου να μην δούμε το σε τι κόσμο ζούμε. Τρέχει η σούλα πανικόβλητη να αγοράσει μάσκες, φταίει ο ιος, κάθεται ο κυνικός γραφειοκράτης μακάριος και μας λέει ότι είναι μία ακόμα γρίπη πλύντε τα χέρια σας και όλα μια χαρά γιατί σκοτώνει κυρίως τους αδύναμους, φταίει προφανώς ο ιος. Βλέπει ο χίπστερ τη στρατιωτική πειθαρχία που επιβάλλεται στην κίνα για την αντιμετώπιση του ιου και σκέφτεται το χαμένο σ/κ στο μπέργκχαιν? Είναι όλα ένα σχέδιο για να μας εξανδραποδίσουν. Βλέπει ο μεσήλικας ότι το μαγαζί είναι έτοιμο να τον χαρακτηρίσει υπεράριθμο, μάλλον ο ιος θα φταίει. Το μόνο που αλλάζει σε αυτό το μοτίβο είναι η θέση στον κόσμο, οι ιδεολογικές καθηλώσεις του καθενός μας και η αδυναμία μας να τα δούμε όχι ως αντικρουόμενες απόψεις, αλλά εκφάνσεις του ίδιου φαινομένου.

Modern Times

Το ποια θα είναι η πορεία των μοντέρνων καιρών μας το έχει περιγράψει η λογοτεχνία πολλά χρόνια πριν το γράψει η ιστορία (όπως συμβαίνει πολύ συχνά). Το καφκικό σύμπαν και οι έλλογοι ακροβατισμοί του μαρκίσιου ντεσαντ δεν είναι κάτι άλλο από μια αλληγορική περιγραφή της θέσης του ανθρώπου στους μοντέρνους καιρούς. Το μόνο που αλλάζει ιστορικά, είναι το είδος του πακέτου και του περιτυλίγματος· και αυτό ακόμα -όπως θα προσπαθήσω να δείξω- δεν έχει αλλάξει δραματικά ούτε σήμερα. 

Το αν προτιμάει κανείς την στρατικοποιημένη απάντηση της κίνας στον κορονοιό, ή την λεσέ πασέ, λεσέ τομπέ, λεσέ μουρίρ αντιμετώπιση της δύσης, είναι σαν να ρωτάμε κάποιον αν προτιμά να πεθάνει ανθρωπιστικά με zyklon b, με όνομα επώνυμο, barcode και καρτέλα από την IBM, ή να πεθάνει σαν το σκυλί στο αμπέλι στη βομβάη κατά τη διάρκεια του αντίστοιχου λιμού την ίδια ακριβώς εποχή (που ήταν το αγαπημένο όπλο εξόντωσης των βρετανών). Οι κινέζοι έχοντας την εμπειρία ενός αντίστοιχου λιμού κατά την διάρκεια της εξέγερσης των boxer, δείχνουν να προτιμούν το barcode μέχρι στιγμής. Οι δυτικοί που έχουν καλλιεργηθεί με τα ημερολόγια της άνν φράνκ, δείχνουν να προτιμούν την ψευδαίσθηση της τυχαιότητας του λιμού. Αυτό είναι άλλωστε το σημείο που κάνει το σύστημά μας πιο ταξικό από το (εξίσου ταξικό) κινέζικο.

Κεντρικό σημείο και στις δύο αντιμετωπίσεις είναι η πλήρης απανθρωπιά, όπως αυτή εκφράζεται από τον τρόπο που βλέπει ο μοντέρνος κόσμος τον άνθρωπο. Και αυτή η απανθρωπιά μας γεμίζει άγχος σε τέτοιο βαθμό, που προτιμάμε να κρύβουμε το κεφάλι μας στην άμμο αντί να την αναγνωρίσουμε. Η σύγκρουση των δύο συστημάτων (με τους κορεάτες να κάθονται στη μέση) δεν είναι παρά η σύγκρουση μεταξύ δύο εξίσου τεχνοκρατικών προσεγγίσεων με μόνη διαφορά το fine tuning μεταξύ των δύο. Η στουρνάρια μέθοδος δηλαδή είναι η ίδια, το μόνο που αλλάζει είναι η ιεράρχηση των επιθυμητών αποτελεσμάτων.

Η κινέζικη γραφειοκρατία επέλεξε σαφώς να μειώσει τα ανθρώπινα θύματα, δεχόμενη τεράστιες οικονομικές συνέπειες· η δυτική γραφειοκρατία επιλέγει σαφώς να μειώσει τον οικονομικό αντίκτυπο θεωρώντας τα θύματα δευτερεύον, δηλαδή διαχειρίσιμο ζήτημα. Αυτός είναι ο λόγος που έχει γίνει τόσο της μόδας να συγκρίνουμε τα θύματα των τροχαίων με τα θύματα του ιου τις τελευταίες μέρες, που όλοι οι επίσημοι ασχολούνται με τα μέτρα χαλάρωσης της δημοσιονομικής πολιτικής (εύρωπη) ή τα μέτρα τόνωσης του Dow Jones (ΗΠΑ). Πίσω και από τις δύο προσεγγίσεις ελάχιστα κρύβεται η πλήρης απανθρωποίηση του τρόπου με τον οποίον λαμβάνονται οι αποφάσεις στην κοινωνική μας μηχανή. Κι αυτό -ισχυρίζομαι εγώ- είναι το ζήτημα που γεμίζει με τόσο άγχος τους ανθρώπους.

Monday, 15 June 2020

αγάπη μου, που μου `φυγες, γιατί ήσουν ουρανός.

                                        


Σ'αυτό το υπέροχο τραγούδι ακούγεται και η χαρακτηριστική φώνη του Μάνου Χατζιδάκι. 
Ο αγαπημένος μας Μάνος πέθανε σαν σήμερα, στις 15 Ιουνίου 1994.

Για την ιστορία του τραγουδιού, ο λόγος στο Μάνο Χατζιδάκι: 
«Στη διάρκεια της κατοχής ακούγαμε ένα τραγούδι, που ιδιαίτερα εμένα, με είχε συγκλονίσει. Την “Λιλή Μαρλέν”. Ένα κορίτσι που κάθε βράδυ πήγαινε στους στρατώνες και όλοι τη φώναζαν με τ’ όνομά της, ώσπου ένα βράδυ, βγαίνοντας έξοδο οι στρατιώτες δεν την βρίσκουν. Η Λιλή Μαρλέν είχε πεθάνει. Και οι στρατιώτες λυπημένοι τραγουδούσαν το τραγούδι της, γνωρίζοντας πως δεν θα την ξαναδούν ποτέ. Τόσο μου ταίριαζε αυτό το τραγούδι, που έμαθα να το παίζω στο πιάνο σαν να διηγούμαι την ιστορία του κοριτσιού. Και όλοι ήθελαν να ακούσουν το τραγούδι από εμένα παιγμένο στο πιάνο. Τόσο οι δάσκαλοί μου όσο και οι φίλοι μου. Μαζί με ένα φίλο μου -δεκαεξάχρονο εκείνο τον καιρό- τον Γιάγκο Αραβαντινό, μαγεμένοι από τη φωνή της κοπέλας που το τραγουδούσε, της Λάλε Άντερσεν, αποφασίζουμε να γράψουμε γι’ αυτήν ένα τραγούδι μεσογειακό -απάντηση στη βόρεια Λιλή Μαρλέν- που θα της το δίναμε να το τραγουδήσει, όταν θα τελείωνε ο πόλεμος. Και γράψαμε το “Ήρθε βοριάς ήρθε νοτιάς”. 

Ο πόλεμος τελείωσε. Ξεχάσαμε την “Λιλή Μαρλέν” και την Λάλε Άντερσεν. Το ’61, που όλος ο κόσμος τραγουδούσε “Τα παιδιά του Πειραιά”, η Φραγκφούρτη με καλεί επίσημα, για να μου δώσει ο δήμαρχος το κλειδί της πόλης. Φτάνω στις επτά το βράδυ, χειμώνα, μ’ ένα τετρακινητήριο αεροπλάνο. Με περίμεναν τρεις χιλιάδες κόσμος, μια μεγάλη ορχήστρα που έπαιζε το τραγούδι μου και όλοι οι ραδιοφωνικοί σταθμοί της Ευρώπης. Από την ώρα που κατέβηκα απ’ τ’ αεροπλάνο, βρισκόταν συνέχεια πλάι μου μια κυρία με άσπρη και γκρίζα γούνα, που χαμογελούσε και της μιλούσαν όλοι με σεβασμό. Σε μια στιγμή ακούω να την ρωτάει ένας ρεπόρτερ ραδιοφωνικού σταθμού: Και σεις, κυρία Άντερσεν, μετά την “Λιλή Μαρλέν”, η πιο μεγάλη σας επιτυχία είναι το “Ένα καράβι έρχεται;” (έτσι έλεγαν τα “Παιδιά του Πειραιά” στην Γερμανία). Και ένας άλλος συμπληρώνει την ερώτηση: Κυρία Άντερσεν το “Ένα καράβι έρχεται” ήταν η θριαμβευτική σας επιστροφή στο τραγούδι; Διακόπτω τη συζήτηση και την ρωτάω μπρος στα μικρόφωνα των ραδιοφωνικών σταθμών αν είναι η Λάλε Άντερσεν. Μα φυσικά είμαι, μου απάντησε γλυκά. Και τότε αρχίζω και διηγούμαι όλη την ιστορία μου από την κατοχή. 

Γίναμε φίλοι και μου ζήτησε να τραγουδήσει το τραγούδι αυτό. Της το έδωσα και πήρε ένα δεύτερο χρυσό δίσκο»! Το τραγούδι «Ήρθε βοριάς, ήρθε νοτιάς» είναι ένα από τα πρώτα που έγραψε ο Μάνος Χατζιδάκις το 1943 σε στίχους του Γιάγκου Αραβαντινού. Το 1949 ακούστηκε για πρώτη φορά στην ταινία του Γιάννη Φιλίππου «Δυο κόσμοι» και το 1963 εντάχθηκε στη μουσική παράσταση «Μαγική πόλις». Δισκογραφικά, το συγκεκριμένο τραγούδι υπάρχει με τη φωνή του Χατζιδάκι σε δύο εκδόσεις: α) στη «Ρωμαϊκή αγορά», μαζί με τον Ηλία Λιούγκο και β) στο cd «ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ 2000 Μ. Χ.»

Tuesday, 26 May 2020

η γλώσσα των αντικειμένων


Ποιο είναι το κεντρικό ζήτημα | Μνήμη Jean-Pierre Voyer
 
“Το εμπόρευμα και το Κράτος μάς έχουν κάνει τόσο ηλίθιους και στενόκαρδους, ώστε η μόνη κατανοητή γλώσσα που ξέρουμε σήμερα να μιλάμε είναι η γλώσσα των αντικειμένων μας στις σχέσεις μεταξύ τους. Είμαστε ανίκανοι να καταλάβουμε μια πραγματικά ανθρώπινη γλώσσα και μια πραγματικά ανθρώπινη γλώσσα ούτε που μας αγγίζει. Από τη μια μεριά τη θεωρούμε και την αισθανόμαστε σαν μια ικεσία, σαν ένα παρακαλετό και συνεπώς σαν εκδήλωση εξευτελισμού και έκφραση ντροπής και ονείδους. Από την άλλη, μας φαίνεται να λέει παλαβομάρες και ασυναρτησίες, οπότε τη νιώθουμε σαν απειλή και την απορρίπτουμε.

Είμαστε τόσο πολύ αλλοτριωμένοι, που η ενδόμυχη και γνήσια γλώσσα της ανθρώπινης ουσίας μας μάς φαίνεται σαν προσβολή στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ενώ την αλλοτριωμένη γλώσσα των εμπορευμάτων τη θεωρούμε ως έκφραση της ίδιας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, που την επιβεβαιώνουν υποτίθεται τα δικαιώματά της και είναι γεμάτη αυτοπεποίθηση και αυταρέσκεια.

Για ποιο λόγο οι άνθρωποι δεν μιλούν μεταξύ τους στους λεγόμενους δημόσιους χώρους; Αυτό είναι το μοναδικό ερώτημα, το θεμελιώδες ζήτημα, που εμπεριέχει όλα τα άλλα! Οποιοδήποτε άλλο ερώτημα οποιοδήποτε άλλο ζήτημα, που ισχυρίζεται ότι έχει σημασία από μόνο του, δεν είναι παρά απάτη, ρεφορμισμός και παραπλανητικό τέχνασμα από την πλευρά του εχθρού.

Πάνω σε αυτό το ερώτημα, πάνω στη ζήτημα της σιωπής των ανθρώπων στους δρόμους, που είναι και το κεντρικό ζήτημα, χωρίζονται οι φίλοι και οι εχθροί του χρήματος, οι φίλοι και οι εχθροί του Κράτους. Και η απάντηση σε αυτό το ερώτημα, είναι η στρατηγική απάντηση σε όλα τα ερωτήματα. (…)

Ποια είναι η θεωρητική απάντηση σε αυτό το ερώτημα; Η θεωρητική απάντηση στο ερώτημα «για ποιο λόγο οι άνθρωποι δεν μπορούν να μιλήσουν μεταξύ τους στους δρόμους;» είναι η εξής: «Επειδή δεν έχουν τίποτα να πουν ο ένας στον άλλον»! (…)

Και η θεωρητική απάντηση στο ερώτημα «για ποιο λόγο οι άνθρωποι δεν έχουν να πουν τίποτα ο ένας στον άλλον;», είναι: «Επειδή τα εμπορεύματα μιλούν αντί γι’ αυτούς, επειδή τα εμπορεύματα ασκούν αντί γι’ αυτούς την πρακτική της ελεύθερης συνομιλίας, της φλυαρίας, επειδή τα εμπορεύματα σκέφτονται για λογαριασμό των ανθρώπων, επειδή τα εμπορεύματα έχουν ιδέες αντί των ανθρώπων, επειδή τα εμπορεύματα έχουν ανθρώπινες σχέσεις μεταξύ τους αντί να έχουν οι άνθρωποι».

Τα εμπορεύματα ασκούν την ανταλλαγή στη θέση των ανθρώπων. Τα πράγματα ασκούν στην πράξη την ανθρώπινη ουσία αντί των ανθρώπων.

Εκεί όπου φλυαρούν τα εμπορεύματα, εκεί όπου τα εμπορεύματα σκέφτονται, οι άνθρωποι το βουλώνουν.”

Ζ.-Π. Βουαγιέ, Μια Έρευνα πάνω στη φύση και τα αίτια της εξαθλίωσης των ανθρώπων (1976)


Σημ. HS. Ο Ζαν Πιέρ Βουαγιέ, ο πιο φιλοσοφημένος από τους άμεσους απόγονους των Καταστασιακών, άφησε το μάταιο τούτο κόσμο την 1η του Δεκέμβρη της περασμένης χρονιάς σε ηλικία 82 ετών. Τον θυμόμαστε για όσα καλά έχει γράψει, και δεν είναι λίγα.
  
πηγή: dangerfew

Friday, 22 May 2020

για τη δολοφονία Λαμπράκη


"Δεν θα με απαλλάξει κανείς απ' αυτόν τον άνθρωπο;" 
(Φρειδερίκη "Φρίκη" Γλύξμπουργκ)

Σαν σήμερα, 22 Μαίου 1963, ο Γρηγόρης Λαμπράκης, βουλευτής της ΕΔΑ και αγωνιστής του παγκόσμιου φιλειρηνικού κινήματος, δέχεται δολοφονική επίθεση στη Θεσσαλονίκη. Λίγες μέρες αργότερα θα υποκύψει στα τραύματά του.

Όταν, 22 Μαΐου του 1963, ο Λαμπράκης έφτασε σε εκδήλωση της "Επιτροπής δια την διεθνή ύφεσιν και ειρήνην", στην οποία ήταν ομιλητής, δεκάδες ακροδεξιοί παρακρατικοί και άτομα του υποκόσμου είχαν συγκεντρωθεί και, ως δήθεν "αγανακτισμένοι πολίτες", αποδοκίμαζαν τον Λαμπράκη. Είχαν προηγηθεί διαβήματα της ΕΔΑ στις αρχές αλλά οι 180 χωροφύλακες, που βρέθηκαν στον τόπο της συγκέντρωσης, μαζί με ανώτερους αξιωματικούς, δεν έκαναν τίποτα για να διαλύσουν την αντισυγκέντρωση των ακροδεξιών τραμπούκων η να προστατεύσουν την ζωή του Λαμπράκη. Στην πραγματικότητα, η ίδια η Επιθεώρηση της Χωροφυλακής και το Ε΄ Αστυνομικό Τμήμα είχαν οργανώσει σχέδιο για την παρεμπόδιση και ματαίωση της συγκέντρωσης, χρησιμοποιώντας "συνεργάτες" τους (ακροδεξιούς, ποινικούς κ.α) ως "αγανακτισμένους".


Οι "εθνικόφρονες", με την προστασία (καθοδήγηση) της αστυνομίας αρχίζουν αποδοκιμασίες, ύβρεις, απειλές και σωματικές επιθέσεις σε βάρος των συγκεντρωμένων. Όσο πλησιάζει η ώρα της εκδήλωσης οι παρακρατικοί εντείνουν τις αποδοκιμασίες. Ακούγεται το σύνθημα "Λαμπράκη θα πεθάνεις". Ο Λαμπράκης εκφωνεί τον λόγο του για την Ειρήνη, κάτω από τις έξαλλες κραυγές, ενώ έπεφταν βροχή οι πέτρες εναντίον του. Τα επεισόδια πληροφορείται ο Γ. Τσαρουχάς, βουλευτής της ΕΔΑ στο Ν. Καβάλας, και μεταβαίνει στη συγκέντρωση των φίλων της ειρήνης, όπου και τραυματίζεται από τους παρακρατικούς που τον κτυπούν στο κεφάλι. Μόλις τον βάζουν στο ασσθενοφόρο οι "αγανακτισμένοι εθνικοφρόνες" σπάνε τα τζάμια, παραβιάζουν την πόρτα, ρίχνονται πάνω στον τραυματισμένο βουλευτή, τον χτυπούν,τον τραβούν έξω, τον ρίχνουν στην άσφαλτο και τον κλωτσοπατούν. Αναίσθητος πια ο Γ. Τσαρουχάς μεταφέρεται στο σταθμό Α΄ βοηθειών. Ο Λαμπράκης, ολοκληρώνοντας όπως-όπως την ομιλία του φωνάζει απο το μικρόφωνο "Προσοχή. Εδώ βουλευτής Λαμπράκης. Καταγγέλλω ότι υπάρχει σχέδιο δολοφονίας μου και καλώ τον υπουργό Β. Ελλάδος, τον νομάρχη, τον εισαγγελέα, τον στρατηγό Χωροφυλακής Μήτσου, τον διευθυντή της Αστυνομίας και τον διοικητή Ασφαλείας να προστατέψουν τη συγκέντρωση και τη ζωή μου".

Η χωροφυλακή διαβεβαιώνει τον Λαμπράκη ότι η περιοχή είναι ασφαλής και περνάει τον δρόμο προς το ξενοδοχείο. Τότε δέχεται σφοδρή επίθεση διερχόμενου τρικύκλου που ρίχνεται πάνω του, σε αντικανονική πορεία, διασχίζοντας την οδό Βενιζέλου με μεγάλη ταχύτητα, ενώ κάποιος που ήταν ανεβασμένος στην καρότσα, χτυπάει με ένα λοστό τον Λαμπράκη στο κεφάλι. Ο βουλευτής σωριάστηκε αιμόφυρτος στο έδαφος. Οδηγός του τρίκυκλου ήταν ο Σπύρος Γκοτζαμάνης, μεταφορέας, γνωστός στον υπόκοσμο της Θεσσαλονίκης. Ο αγωνιστής Μανώλης Χατζηαποστόλου πήδηξε στην καρότσα του τρίκυκλου με σκοπό να σταματήσει το όχημα, που αναπτύσσοντας ταχύτητα έφυγε αμέσως. Αργότερα έγινε γνωστό ότι πάνω στο τρίκυκλο επέβαινε και ο Μανώλης Εμμανουηλίδης, καταδικασμένος για βιασμό, παιδεραστία, κλοπή κ.α. Παρά το ποινικό παρελθόν (παιδεραστία κ.α), ο Εμμανουηλίδης είχε διοριστεί στις.... παιδικές κατασκηνώσεις Ωραιοκάστρου επειδή ήταν συνεργάτης της Αστυνομίας. Ακολούθησε άγρια πάλη μεταξύ Χατζηαποστόλου και Εμμανουηλίδη. Το τρίκυκλο σταμάτησε, ο Γκοτζαμάνης κατέβηκε και με ένα γκλομπ χτύπησε τον Χατζηαποστόλου, έως ότου εμφανίστηκε ένας τροχονόμος, ο οποίος, μη γνωρίζοντας όσα είχαν προηγηθεί, συνέλαβε τον Γκοτζαμάνη. Ο Λαμπράκης μεταφέρθηκε στο ΑΧΕΠΑ, σε κωματώδη κατάσταση. Κατέληξε λίγο μετά, 26 Μαίου 1963. Ήταν 51 χρονών.


Η δολοφονική επίθεση στον Λαμπράκη και στους φίλους της ειρήνης οργανώθηκε απο όλο το σύστημα του μετεμφυλιακού ακροδεξιού κράτους και παρακράτους. Οι "εθνικόφρονες" οργανώσεις που συνεργάζονταν με την αστυνομία και στρατολογούσαν εγκληματίες, βιαστές, παιδεραστές, και τους παρουσίαζαν ως ¨αγανακτισμένους πατριώτες", ενάντια σε συγκεντρώσεις της αριστεράς, ήταν συμπλήρωμα του αντικομμουνιστικού αστικού κρατικού μηχανισμού. Τα "εθνικόφρονα" αποβράσματα οπλίζονταν (κυριολεκτικά και μεταφορικά) απο την αστυνομία, με πολιτική ευθύνη του Παλατιού και των κυβερνήσεων. Η "Φρίκη" Γλύξμπουργκ είχε ουσιαστικά ζητήσει την επίθεση στον Λαμπράκη, λίγες μέρες πριν γίνει. Μαζί με το Παλάτι, η πολιτική ευθύνη της δολοφονίας ανήκει και στην κυβέρνηση της ΕΡΕ-και προσωπικά στον δήθεν "εθνάρχη" Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος έθρεψε, ανέχτηκε και αξιοποιήσε το παρακράτος και για δικά του πολιτικά οφέλη (εκλογές "βίας και νοθείας' κ.α). Όταν ακόμα και οι σοσιαλδημοκράτες βουλευτές του Εργατικού Κόμματος Βρετανίας του έστειλαν επιστολή χαρακτηρίζοντας την δολοφονία "πολιτικό έγκλημα", ο "εθνάρχης" απάντησε ότι "Ο διεθνής κομμουνισμός εκινητοποιήθει τελευταίως και πάλιν εναντίον της Ελλάδος."(!). Όσο για την έκφραση "Ποιός κυβερνά αυτον τον τόπο" που υποτίθεται ότι είπε ο Καραμανλής στον τότε ΚΥΠαρχη Νάτσινα είναι ανύπαρκτη, προπαγανδιστικό επιχείρημα για το ξέπλυμα του "εθνάρχη", που έχει διαψευστεί απο τον τότε υφυπουργό τύπου Γεροκωστόπουλο και άλλους. Η δολοφονία Λαμπράκη ξεσήκωσε κινητοποιήσεις που οδήγησαν στο μαζικό κίνημα της νεολαίας της δεκαετία του 60.

Η θυσία του Λαμπράκη παραμένει ζωντανή, στις σημερινές μάχες ενάντια στον ιμπεριαλισμό, για την ειρήνη, τα δικαιώματα των λαών και των εργαζομένων. Ο Πρωθυπουργός Κ.Μητσοτάκης είχε πει το 2018: "Το παιδί 17 ετών που τον ενδιαφέρει πώς θα είναι η Ελλάδα το 2030, τι τον ενδιαφέρει τι έγινε το 1963". Όμως, όποιος ξεχνάει την ιστορία του, είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει.

Πηγές: "Δολοφονία Λαμπράκη. Ανέκδοτα ντοκουμέντα (1963-1966)", Προσκήνιο, "Πολιτική Δολοφονία: Υπόθεση Λαμπράκη" , Κ.Παπαϊωάννου, Ποντίκι, "Από τον εμφύλιο στη χούντα", Σπ.Λιναρδάτος, Παπαζήσης, "Το Παρακράτος και η 21η Απριλίου, Α.Λεντάκης, Προσκήνιο, "Αναμνησεις και εκμυστηρευσεις ενος δικαστη. Από τη δίκη Λαμπράκη, τη δίκη του Ειδικού Δικαστηρίου, τη θητεία του στον ΑΣΕΠ και το ΕΣΡ". Β.Λαμπρίδης, Ιανός, "Ιστορία της Νεώτερης και Σύγχρονης Ελλάδας, Τ.Βουρνάς, Πατάκης.

πηγή: Praxis Review