Κορώνα ή γράμματα
Date: 2020.03.05
Αν κάτι μας δείχνει η όλη ιστορία με τον (κορονο)ιο, είναι ότι καθρεφτίζει το σύστημα μέσα στο οποίο ζούμε· αυτό είναι το γεγονός που μας αγχώνει περισσότερο, κι όχι ο ιός από μόνος του.
Στην ουσία το να αγχωνόμαστε για τον ιό (ή να μην αγχωνόμαστε, η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος είναι), είναι μια μετατόπιση προκειμένου να μην δούμε το σε τι κόσμο ζούμε. Τρέχει η σούλα πανικόβλητη να αγοράσει μάσκες, φταίει ο ιος, κάθεται ο κυνικός γραφειοκράτης μακάριος και μας λέει ότι είναι μία ακόμα γρίπη πλύντε τα χέρια σας και όλα μια χαρά γιατί σκοτώνει κυρίως τους αδύναμους, φταίει προφανώς ο ιος. Βλέπει ο χίπστερ τη στρατιωτική πειθαρχία που επιβάλλεται στην κίνα για την αντιμετώπιση του ιου και σκέφτεται το χαμένο σ/κ στο μπέργκχαιν? Είναι όλα ένα σχέδιο για να μας εξανδραποδίσουν. Βλέπει ο μεσήλικας ότι το μαγαζί είναι έτοιμο να τον χαρακτηρίσει υπεράριθμο, μάλλον ο ιος θα φταίει. Το μόνο που αλλάζει σε αυτό το μοτίβο είναι η θέση στον κόσμο, οι ιδεολογικές καθηλώσεις του καθενός μας και η αδυναμία μας να τα δούμε όχι ως αντικρουόμενες απόψεις, αλλά εκφάνσεις του ίδιου φαινομένου.
Modern Times
Το ποια θα είναι η πορεία των μοντέρνων καιρών μας το έχει περιγράψει η λογοτεχνία πολλά χρόνια πριν το γράψει η ιστορία (όπως συμβαίνει πολύ συχνά). Το καφκικό σύμπαν και οι έλλογοι ακροβατισμοί του μαρκίσιου ντεσαντ δεν είναι κάτι άλλο από μια αλληγορική περιγραφή της θέσης του ανθρώπου στους μοντέρνους καιρούς. Το μόνο που αλλάζει ιστορικά, είναι το είδος του πακέτου και του περιτυλίγματος· και αυτό ακόμα -όπως θα προσπαθήσω να δείξω- δεν έχει αλλάξει δραματικά ούτε σήμερα.
Το αν προτιμάει κανείς την στρατικοποιημένη απάντηση της κίνας στον κορονοιό, ή την λεσέ πασέ, λεσέ τομπέ, λεσέ μουρίρ αντιμετώπιση της δύσης, είναι σαν να ρωτάμε κάποιον αν προτιμά να πεθάνει ανθρωπιστικά με zyklon b, με όνομα επώνυμο, barcode και καρτέλα από την IBM, ή να πεθάνει σαν το σκυλί στο αμπέλι στη βομβάη κατά τη διάρκεια του αντίστοιχου λιμού την ίδια ακριβώς εποχή (που ήταν το αγαπημένο όπλο εξόντωσης των βρετανών). Οι κινέζοι έχοντας την εμπειρία ενός αντίστοιχου λιμού κατά την διάρκεια της εξέγερσης των boxer, δείχνουν να προτιμούν το barcode μέχρι στιγμής. Οι δυτικοί που έχουν καλλιεργηθεί με τα ημερολόγια της άνν φράνκ, δείχνουν να προτιμούν την ψευδαίσθηση της τυχαιότητας του λιμού. Αυτό είναι άλλωστε το σημείο που κάνει το σύστημά μας πιο ταξικό από το (εξίσου ταξικό) κινέζικο.
Κεντρικό σημείο και στις δύο αντιμετωπίσεις είναι η πλήρης απανθρωπιά, όπως αυτή εκφράζεται από τον τρόπο που βλέπει ο μοντέρνος κόσμος τον άνθρωπο. Και αυτή η απανθρωπιά μας γεμίζει άγχος σε τέτοιο βαθμό, που προτιμάμε να κρύβουμε το κεφάλι μας στην άμμο αντί να την αναγνωρίσουμε. Η σύγκρουση των δύο συστημάτων (με τους κορεάτες να κάθονται στη μέση) δεν είναι παρά η σύγκρουση μεταξύ δύο εξίσου τεχνοκρατικών προσεγγίσεων με μόνη διαφορά το fine tuning μεταξύ των δύο. Η στουρνάρια μέθοδος δηλαδή είναι η ίδια, το μόνο που αλλάζει είναι η ιεράρχηση των επιθυμητών αποτελεσμάτων.
Η κινέζικη γραφειοκρατία επέλεξε σαφώς να μειώσει τα ανθρώπινα θύματα, δεχόμενη τεράστιες οικονομικές συνέπειες· η δυτική γραφειοκρατία επιλέγει σαφώς να μειώσει τον οικονομικό αντίκτυπο θεωρώντας τα θύματα δευτερεύον, δηλαδή διαχειρίσιμο ζήτημα. Αυτός είναι ο λόγος που έχει γίνει τόσο της μόδας να συγκρίνουμε τα θύματα των τροχαίων με τα θύματα του ιου τις τελευταίες μέρες, που όλοι οι επίσημοι ασχολούνται με τα μέτρα χαλάρωσης της δημοσιονομικής πολιτικής (εύρωπη) ή τα μέτρα τόνωσης του Dow Jones (ΗΠΑ). Πίσω και από τις δύο προσεγγίσεις ελάχιστα κρύβεται η πλήρης απανθρωποίηση του τρόπου με τον οποίον λαμβάνονται οι αποφάσεις στην κοινωνική μας μηχανή. Κι αυτό -ισχυρίζομαι εγώ- είναι το ζήτημα που γεμίζει με τόσο άγχος τους ανθρώπους.
Μνημόνια, δαιμόνια και YLL.
Διότι η συνείδηση πως αποτελούμε πιόνια μιας μεγάλης μηχανής που αποφασίζει αν θα πεθάνουμε ή θα ζήσουμε σαν να είμαστε μυρμήγκια σε γυάλα, δεν είναι καμιά καινούργια γνώση. Προσπαθούμε φιλότιμα να την κρύβουμε και να προσποιούμαστε ότι δεν μας ακουμπά τόσο, προσπαθούμε να μειώσουμε όσο μπορούμε τις συνέπειες της, αλλά είναι δεδομένο ότι αυτή παραμένει εκεί, υπεράνω από εμάς και τις δυνατότητές μας ως άτομα. Η κρίση που ξεκίνησε το 2008 έκανε σε πάρα πολύ μεγάλα τμήματα του πληθυσμού αυτήν την αντίληψη πολύ πιο εμφανή και το γεγονός ότι παρά τις επιτυχείς προβλέψεις τους οι κουμουνιστογενείς δεν κατάφεραν να κερδίσουν ούτε μισό πόντο συμπάθειας σε 12 χρόνια κρίσης, οφείλεται -λέω εγώ- στο γεγονός ότι κι αυτοί το ίδιο απάνθρωπο σύστημα πρότειναν, απλά υπόσχονταν ότι ως κουμουνιστές γραφειοκράτες θα σκέφτονται περισσότερο το καλό του “λαού”.
Όμως το καλό του λαού είναι το ίδιο νεφελώδες και απάνθρωπο, όπως το καλό της “αγοράς”. Οι κουμουνιστογενείς ως γνήσια παιδιά του τεχνοκρατισμού δεν βρίσκουν τίποτα κακό στις απάνθρωπες στατιστικές και τη βιομηχανοποίηση κάθε πτυχής της ανθρώπινης δραστηριότητας. Άλλωστε στην ιστορική τους πορεία ακριβώς αυτά τα εργαλεία χρησιμοποίησαν περισσότερο από τους λεσέ φερ, λεσέ μουριρ καπιταλιστές που στο κάτω κάτω δεν ενδιαφέρονταν ακριβώς πόσοι ινδοί οι κινέζοι ή μαύροι (αράπηδες γενικά) θα πεθάνουν από ασιτία και τα παράπλευρά της. Στην ουσία λοιπόν δεν υπάρχει σύγκρουση μεταξύ της κινέζικης και της δυτικής αντιμετώπισης· όπως βλέπουμε ήδη στην ιταλία και θα το δούμε και στην υπόλοιπη ευρώπη, το fine tuning της EE για την ελαχιστοποίηση των οικονομικών επιπτώσεων, δεν αποκλείει τα “απολυταρχικά” περιοριστικά μέτρα, απλά τα εφαρμόζει όταν αυτό είναι οικονομικώς πιο ωφέλιμο.
Χωρίς λοιπόν κανείς να το λέει φωναχτά -γιατί δεν είναι φωτισμένο και κουλ- οι περισσότεροι άνθρωποι αγχώνονται όταν καταλαβαίνουν πως αποτελούν μέρος ενός υπολογισμού που μετράει πχ το YLL (years of life lost), ή το years of income lost· ειδικά όταν υποψιάζονται ότι βρίσκονται στη λάθος πλευρά αυτού του υπολογισμού. Είναι ακριβώς το ίδιο συναίσθημα που άρχισε να διακατέχει τους έλληνες κατά τη διάρκεια των μνημονίων. Μέχρι το 2011 όλοι είχαν καταλάβει πως βρίσκονταν στην λάθος πλευρά του υπολογισμού και αντιδρούσαν ποικιλοτρόπως. Αυτή ακριβώς την καθημερινότητα της φρίκης περιγράφει υπέροχα σ’ ένα διήγημα του από τη συλλογή τα αυτόματα, ο κώστας περούλης. Η ιστορία είναι πολύ απλή και περιγράφει την καθημερινότητα ενός δικηγόρου που διαχειρίζεται μία υπόθεση αυτοκινητιστικού δυστυχήματος (βλέπετε πως τα στατιστικα των τουτού δεν είναι κάποια καινούργια εφεύρεση?). Στις λίγες σελίδες μαθαίνουμε πόσο αξίζει μια ζωή για τη μηχανή, σύμφωνα με τα χρόνια που είχε να ζήσει και τα μέχρι τώρα εισοδήματά του, +15.000 ευρώ για την ψυχική οδύνη της χήρας.
Όταν λοιπόν κάποιος σας λέει, κοιτάξτε θα πεθάνει μόλις το 1,4% και αν δεν έχετε κάποιο υποκείμενο νόσημα μην αγχώνεστε, αν σφίγγεται η καρδιά σας παρόλο που δεν ανήκετε στις “ατυχείς” κατηγορίες, δεν είστε παράλογοι συναισθηματίες που σας ορίζουν οι ορμόνες του κύκλου σας. Αυτό που προσπαθεί να σας πει ο τεχνοκράτης είναι ότι η γκόμενά σας που έχει από παιδί άσθμα, ο μαμά σας που έχει ένα ελαφρύ διαβήτη τύπου Β, ο θείος σας που έχει υπέρταση κι ο φίλος σας που έχει μια ψιλο-χρόνια βρογχίτιδα, δεν είναι απλά παρά μερικοί άτυχοι αριθμοί στην στατιστική.
Κι εδώ είναι που ο ταλέμπ μας δείχνει -πέρα από πάσα μαθηματική αμφιβολία- πως οι παράλογοι είναι οι τεχνοκράτες κι όχι οι “υστερικοί” που προσπαθούν να φυλαχτούν, από στατιστικώς “χαμηλά” ενδεχόμενα. Διότι η τεχνοκρατική στατιστική ισχύει μόνο αν δεν σε ενδιαφέρει για το αν η φίλη σου με το άσθμα θα πεθάνει ή όχι· εσένα πάλι? Αν σε ενδιαφέρει, λένε οι τεχνοκράτες, αυτό είναι προφανώς μια ορμονική διαταραχή, ή μια ένδειξη ότι ανήκεις στον σκοταδιστικό μεσαίωνα.
Και οι μηχανισμοί προσαρμογής
Στην ουσία απέναντι σε αυτή την μηχανή που δουλεύει νυχθημερόν, είτε μας αρέσει είτε όχι, οι άνθρωποι δημιουργούν διάφορους μηχανισμούς προστασίας, προσαρμογής. Είναι προφανές πως όλοι οι άνθρωποι δεν είναι φτιαγμένοι για όλες τις προσεγγίσεις, και είναι επίσης προφανές πως η βεντάλια των αποδεκτών συμπεριφορών είναι σαφώς προσδιορισμένη.
Η τεχνοκρατική προσέγγιση είναι ένα ματζούνι που παίρνει θεολογικά επιχειρήματα πακεταρισμένα σε βολικές στατιστικές (όλες οι στατιστικές μπορούν να γίνουν βολικές υπό τον κατάλληλο φωτισμό). Είναι η κατεξοχήν μοντέρνα προσέγγιση, και η απολύτως συμβατή με το πως δουλεύει το σύστημα μας. Γι’αυτό την υιοθετούν εύκολα ακόμα και άνθρωποι που σε προσωπικό επίπεδο θα περνάγανε εύκολα το τεστ της καλοσύνης. Παρότι οι απόψεις τους πολύ εύκολα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως sociopath, δηλαδή αποστερημένες από κάθε ψήγμα ανθρωπιάς (ειδικά όσοι από αυτούς τείνουν να είναι και αντιδραστικά όντα), αυτό είναι το σύστημα μέσα στο οποίο ζούμε και εκπαιδευόμαστε. Η απανθρωπιά τους κρύβεται πίσω από λέξεις όπως αναγκαίο, ρεαλιστικό, αντικειμενικό, το καλύτερο δυνατό κλπ και επιβεβαιώνεται κοινωνικά σε κάθε ευκαιρία, ακριβώς διότι το σύστημα μας βασίζεται στην αλλοτρίωση, στην αποστέρηση δηλαδή των (κοινωνικών) πράξεών μας από την ουσία και το περιεχόμενό τους. Πολύ συχνά είναι μηχανισμοί προκειμένου και τα ίδια τα γρανάζια να νιώθουν οκ άνθρωποι κι ας μην ξεχνάμε είναι μηντιο-κοινωνικά πιο αποδεκτοί.
Πάρτε για παράδειγμα έναν γιατρό που βλέπει 50 περιστατικά την ημέρα σε ένα εργοστάσιο (συγνώμη νοσοκομείο θέλω να πω), ένα εκ των οποίων θα πεθάνει (θνησιμότητα 1%). Όσο και να πονάει γι’ αυτόν που θα πεθάνει, σε δύο μήνες θα έχει δει 50 ανθρώπους που θα πεθάνουν (θνησιμότητα 1%). Κανέναν από αυτούς τους 2500 ανθρώπους που θα έχει εξετάσει δεν μπορεί να τον πονέσει εξίσου όπως θα τον πονούσε ο θάνατος του γείτονα με τον οποίο ανταλλάσσουν 5 κουβέντες στη σκάλα, διότι είναι ανθρωπίνως αδύνατο. Όσο ψυχούλα κι αν είναι ο ίδιος, θα πρέπει να σκληρύνει διότι το σύστημα είναι απάνθρωπο.
Μια φίλη μου που επισκέπτεται θερμοκοιτίδες πολύ πρόωρων νεογνών μου έλεγε το πως το προσωπικό αυτής της ιδιότυπης ΜΕΘ αναφέρεται στα περιστατικά με το επώνυμο τους λες και είναι φαντάροι, ακριβώς διότι κάθε μήνα πεθαίνουν κάποια από αυτά και έρχονται νέα να τα αντικαταστήσουν. Πόσα δάκρυα μπορείς να ρίξεις πριν γίνεις ψυχικό ράκος? Οπότε το να το διακωμωδήσεις και να πεις “καραμήτρος γιατί δεν αναπνέεις” την ώρα που του χτυπάς την πατούσα με το δάκτυλο σαν να παίζεις σουμπούτεο προκειμένου να “ξυπνήσει” και να αρχίσει να αναπνέει, είναι ένας τρόπος για να μην χάσεις τελείως την ανθρωπιά σου σε αυτή την τρομακτική μηχανή.
Η συνταγή είναι απλή και τόσο γνώριμα φιλελέ. Κοιτάς τη στατιστική, εύχεσαι να μη σε περιλαμβάνει ή εφευρίσκεις έναν τρόπο να μην σε περιλαμβάνει (ξέρεις πόσοι πεθαίνουν από τροχαία), κοιτάς τον τραπεζικό σου λογαριασμό μήπως και νιώσεις κάποια ασφάλεια και στα πλαίσια που σε προσωπικό επίπεδο μπορείς να νιώσεις καλυμμένος, για τον υπόλοιπο κόσμο άσε να ενδιαφερθεί η γραφειοκρατία. Ή όπως πολύ πετυχημένα το είχε θέσει ο hume, “καλύτερα να καταστραφεί ο κόσμος, από το να γρατζουνίσω το δάχτυλο μου”. Λόγω της υπερδεκαετούς κρίσης όμως ακόμα και οι πιστοί αυτής της μεθόδου πιστεύουν λιγότερο σε αυτά που λένε· συχνά όταν φωνάζουν, ελπίζοντας να τους πιστέψουν οι άλλοι, το κάνουν διότι έτσι θα πιστέψουν περισσότερο τους εαυτούς τους. Γι’ αυτό και κάθε άποψη που ξεφεύγει από το ΤΙΝΑ, ακούγεται τόσο απειλητική.
Όταν λοιπόν συνυπολογίσουμε α) το σε τι μας εκπαιδεύει η επαγγελματική μας ζωή, β) ποια είναι η κυρίαρχη αντίληψη του κόσμου και πως οι άνθρωποι μιλούν γι’αυτή (τα μισά άρθρα με τον κορονοιο ασχολούνται με κάποια πτυχή του σε σχέση με την οικονομία όπως άλλωστε και οι δηλώσεις των πολιτικών) γ) πως και τα δύο συγκρουόμενα μοντέλα στη συζήτηση είναι η άλλη όψη του ίδιου φιλελέ τεχνοκρατικού νομίσματος, ειλικρινά αναρωτιέμαι γιατί τόσοι λίγοι άνθρωποι έχουν αποφασίσει να υιοθετήσουν την τεχνοκρατική ματιά του κόσμου. Είμαστε τόσο συνηθισμένοι σε αυτή που τέρατα σαν κι αυτή και τους συναδέλφους της, όχι μόνο δεν μας κάνουν εντύπωση, όχι μόνο δεν καταδικάζονται έστω και για τα προσχήματα, αλλά το παράδειγμά τους γίνεται και νόμος προκειμένου να το μιμηθούν και άλλοι. Άλλωστε κι αυτοί μια εξαίρεση εκτάκτου ανάγκης πήραν, μόνο ο μακρόν δηλαδή?
Πρόσφατα, στο τελευταίο άρθρο μου για τους 3d εκτυπωτές, εμφανίστηκε ένας τύπος που είπε ρε μπαγάσα ξέρω γιατί γουστάρεις τόσο αυτό το μαραφέτι· διότι σου δίνει ένα χώρο ελευθερίας μεγαλύτερο από τις προκαθορισμένες καταναλωτικές συμπεριφορές που το μαρκετινγκ προωθεί για την κατηγορία σου. Και είχε δίκιο. Στην πραγματικότητα πολλοί άνθρωποι προσπαθούν να κάνουν το ίδιο και το να τρέξεις στο σουπερ-μαρκετ να ψωνίσεις μάσκες ή μακαρόνια, είναι μια αντίστοιχη τέτοια διαδικασία. Με λίγα λόγια αναγνωρίζεις πως το σύστημα δεν ενδιαφέρεται για εσένα παρά μόνο ως μια στατιστική, έχεις δει από την εμπειρία σου πόσο εύκολο είναι να βρεθείς στην λάθος πλευρά της στατιστικής και προσπαθείς να αντιδράσεις σε αυτή στο ποσοστό που αντέχεις κοινωνικά και θεωρείς ότι έχεις χώρο. Το γεγονός ότι τόσοι πολλοί άνθρωποι νιώθουν πως η μοναδική τους ελευθερία είναι να στοκάρουν μακαρόνια περιμένοντας τον γκοντώ, μας δείχνει νομίζω όχι το πόσο σκοταδιστές και υστερικοί είναι οι άνθρωποι, αλλά το πόσο αδύναμοι νιώθουν.
Είναι ακριβώς η ίδια αντίδραση που έκανε τόσο κόσμο να πηδήξει στο τρένο του airbnb ή του uber παρά το γεγονός ότι οικονομοτεχνικά μιλώντας δεν βγάζει κανένα νόημα. Η μόνη διαφορά είναι πως κοινωνικά το να ξοδεύεις 5000ευρώ για να ανακαινήσεις το σπίτι και να το νοικιάσεις ως airbnb είναι κάτι που αντιμετωπίζεται θετικά, ενώ το να στοκάρεις μακαρόνια και κωλόχαρτα (αυτό χρίζει περαιτέρω διερεύνησης) αρνητικά. Γι’ αυτό και έχουν την τάση να φωνάζουν λιγότερο, όχι γιατί δεν τους είναι σημαντικό να ενισχύσουν την πίστη τους, αλλά γιατί γνωρίζουν πως ως τρελοί του χωριού δεν έχουν ελπίδες.
Κάπου εδώ κρύβεται και μια ισχυρή πηγή της υποκρισίας. Το να λες δηλαδή πως όλα οκ είμαι κουλ (που είναι το κοινωνικά αποδεκτό) και την ίδια στιγμή να στοκάρεις μακαρόνια με online παραγγελίες. Μια αντίστοιχη μέση λύση είναι αυτή που θα μπορούσα να ονομάσω ουελμπεκική κατάθλιψη. Σε αυτή έχεις αποδεχθεί ότι δεν έχεις κανένα βαθμό ελευθερίας (άρα κατηγορία β), διαβάζεις τη στατιστική για να δεις αν σε συμπεριλαμβάνει (κατηγορία α) και αποδέχεσαι κυνικά/στοϊκά τη μοίρα σου. Μοναδική σου παρηγοριά το να γελάσεις λίγο με την ανθρώπινη κωμωδία, άλλωστε με τόση σεροτονίνη δεν σου σηκώνεται αιώνες τώρα και συνεχίζεις την καθημερινότητά σου.
Δήλωση μεθοδολογίας
Το μπλόγκ αυτό χρησιμοποιεί πολύ συχνά το εξής πολύ απλό τέχνασμα. Παίρνει τα τεχνοκρατικά νούμερα τα οποία σερβίρονται για να εξυπηρετήσουν τον τάδε ή τον δείνα σκοπό, δείχνει ότι αυτά τα νούμερα δεν αξίζουν καν το χαρτί στο οποίο είναι γραμμένα και προσπαθεί να προτείνει μια “λύση” που τις περισσότρες φορές δεν είναι ούτε “ρεαλιστική”, ούτε “μετρημένη” αλλά ελπίζω τουλάχιστον ανθρώπινη. Κατά τη συνήθη χρήση του, οι περισσότεροι άνθρωποι διαβάζουν την πιο τεχνοκρατική πτυχή του πράγματος (διότι όπως είπαμε έτσι συνεννοούμαστε στον σημερινό κόσμο) και μετά διασκεδάζει, συγχύζεται ή καταθλίβεται με την γραφική λύση. Πιστός σε αυτό το μοτίβο, το ίδιο έκανα και στο προηγούμενο κείμενο, προτείνοντας την καλύτερη “στατιστικά” αλλά ταυτόχρονα πιο ανθρώπινη λύση, του να πάτε στο χωριό να κάνετε μια εκτεταμένη σαρακοστή. Φυσικά αυτή η λύση εκφράζει τα κολλήματα και τις ιδεολογικές μου καθηλώσεις, αλλά την ίδια στιγμή ικανοποιεί το κριτήριο της της ελαχιστοποίησης των κρουσμάτων/θυμάτων με τρόπο πολύ καλύτερο από το “πλύντε τα χέρια σας, φορέστε μια μάσκα και έχετε εμπιστοσύνη στο σύστημα”.
Γνωρίζω φυσικά πως η λύση μου είναι “παράλογη”, “υπερβολική”, “πανικόβλητη” κλπ κλπ αλλά πιστεύω ότι μας επιτρέπει να φύγουμε από το δίπολο της βιομηχανικής αντιμετώπισης αλά κίνα ή αλά δύσης και μας επιτρέπει να διατηρήσουμε την ανθρωπιά μας στο μόνο εκείνο κομμάτι που έχει πραγματικό νόημα. Αυτό ενός σχετικά μικρού κύκλου ακόμα και άγνωστων ανθρώπων με τους οποιους δέχεσαι να συνδέσεις τη μοίρα σου. Ακριβώς το ίδιο υλικό δηλαδή από το οποίο οι άνθρωποι σε ακραία απάνθρωπες συνθήκες (όπως το πεδίο της μάχης) διατηρούν μια πίστη και αυταπάρνηση για τον διπλανό τους σύντροφο, ακόμα κι αν στην πολιτική ζωή δεν θα του μιλούσαν ποτέ.
Κανείς μας δεν ξέρει τις ακριβείς αλλαγές που θα φέρει αυτή η κρίση (μπορεί και καμία λένε οι ειδικοί)· αυτό στο οποίο ελπίζω είναι, όπως ήλπιζα και στο TEOTWAKI, ότι θα μας επιτρέψει να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι και να ζήσουμε μια πιο ενάρετη και πλούσια ζωή με τους ανθρώπους γύρω μας. Όπως και στο ΤΕΟΤWAKI οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος μας, αλλά είναι οι μόνες που έχουμε. Το χειρότερο ενδεχόμενο για εμένα θα ήταν να διαγράψετε την εμπείρια και να ξαναχώσουμε το κεφάλι στην άμμο προσποιούμενοι πως όλα είναι οκ, μέχρι την επόμενη φορά.
πηγή: τέκι
No comments:
Post a Comment