Ο πέμπτος άνθρωπος
Θέλω, σήμερα, να σου μιλήσω για πέντε
ανθρώπους. Πέντε ανθρώπους μόνο.
Ο καθένας έχει μία μικρή ιστορία να
μας πει. Μία για μένα, που έκατσα να την ακούσω – και μία γα σένα, που θα στην
μεταφέρω όσο καλύτερα μπορώ.
Ο ένας λέγεται Παναγής Γιαννάκης.
Είναι προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών Θεσσαλονίκης. Είναι σημαίνων πρόσωπο
της κοινωνίας μας, ακρογωνιαίος λίθος της δικαιοσύνης μας. Η ιστορία του, που
θέλω να ακούσεις, ξεκινάει μερικούς μήνες πριν, όταν, για δεύτερη φορά,
αναγκάζεται να διαμαρτυρηθεί για την ζωή των ανθρώπων που βάζει στην φυλακή.
Είτε ένοχοι, είτε περιμένουν να δικαστούν, μένουν κλειδωμένοι σε απάνθρωπες
συνθήκες, ανεξαρτήτως ηλικίας, μαζί τα σεξουαλικά με τα οικονομικά εγκλήματα,
χωρίς να δουν το φως του ήλιου, για μήνες στις αθλιότερες συνθήκες. Αυτός ο
άνθρωπος στέλνει την δεύτερη επώνυμη διαμαρτυρία του, κοινοποιόντας την στην
εφημερίδα Ελευθεροτυπία. Ξεκινάει την επιστολή του λέγοντας “Ντράπηκα”.
“Ντράπηκα κ. υπουργέ για την Ελληνική Πολιτεία και για καθένα μας χωριστά”. Δεν
έχω γνώση να άλλαξε κάτι, μετά την δημοσιοποίησή του.
Τον δεύτερο, ας τον πούμε Νίκο. Ο
Νίκος, ήταν τρόφιμος του νοσοκομείου των φυλακών Κορυδαλλού. Ζούσε, μαζί με
τους συγκρατούμενούς του σε άθλιες συνθήκες, χωρίς σωστή διατροφή, χωρίς σωστή
περίθαλψη, χωρίς συνθήκες υγιεινής. Ζούσε σε ένα κολαστήριο. Προσπάθησε να
επικοινωνήσει το πρόβλημα της επιβίωσής τους, στην υπεύθυνη εισαγγελέα. Όταν
συνάντησε αδιαφορία, άλλαξε τρόπο. Αποφάσισε να δημοσιοποιήσει τις συνθήκες
διαβίωσής του κάνοντας κάτι που απαγορεύεται στις φυλακές: τράβηξε φωτογραφίες
και βίντεο, πήρε συνεντεύξεις, έδειξε στον έξω κόσμο τι συμβαίνει στο
κολαστήριο. Κατηγορήθηκε, παρότι παραδόθηκε αυτοβούλως από την ίδια εισαγγελέα
που δεν τον άκουγε πριν. Αθωώθηκε, γιατί η επιτροπή αποφάνθηκε ότι το έκανε για
να βελτιώσει την ζωή του και των συγκρατούμενών του, από όντως απάνθρωπες
συνθήκες. Ζητούσε, το λιγότερο, περίθαλψη και τεστ μαντού σε όλους τους
κρατούμενους του νοσοκομείου, κάτι που δεν μάθαμε ποτέ αν ολοκληρώθηκε, μήνες
μετά το αίτημά του.
Τρίτος, είναι ο Μαμαντού Μπα. Ο
Μαμαντού είναι από την Νέα Γουινέα, και κατόρθωσε να είναι στους τυχερούς που
πήρε πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα. Νόμιμος μετανάστης πια, είχε ενεργή συμμετοχή
στην κοινότητά του, και δούλευε ως λαντζέρης. Ο Μαμαντού δέχθηκε μία επίθεση με
λοστούς, από την αποία γλύτωσε αιμόφυρτος να τρέχει στους δρόμους, γιατί οι
δράστες του, μέλη της ναζιστικής Χρυσής Αυγής όπως επιβεβαιώνει και το Δικτύου
εκ μέρους της Ελληνικής Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, τον άφησαν “να πάει
να πεθάνει”. Ο Μαμαντού δεν έκατσε ούτε στο νοσοκομείο, για να αποφύγει το
κόστος και την αστυνομία. Όπως καταγγέλει, λίγο καιρό πριν, του είχε επιτεθεί η
αστυνομία, κλέβοντάς του και σαράντα ευρώ που είχε μαζί του. Όταν δημοσιοποίησε
την ιστορία του οι επιθέσεις εντάθηκαν – και από τις δύο δυνάμεις. Ήταν υπο
παρακολούθηση από τις ομάδες κρούσης της ΧΑ, ενώ ξανασυνελήφθη από την
αστυνομία, όπου τον έγδυσαν και τον εξευτέλισαν – χωρίς λόγο, αφού ήταν
νόμιμος. Για σώσει την ζωή του, ζήτησε άσυλο από την Ελλάδα, προς το Βέλγιο. Οι
Βελγικές αρχές έκριναν ότι όντως, η ζωή του Μαμαντού Μπα δεν τυγχάνει της
ελάχιστης προστασίας εδώ στην Ελλάδα, και αποφάσισαν κάτι πρωτοφανές για τα
ευρωπαϊκά χρονικά: Για πρώτη φορά, χώρα μέλος της ΕΕ δίνει πολιτικό άσυλο σε
πολίτη χωρας μέλους της ΕΕ. Για πρώτη φορά, χρειάζεται καποιος να πάρει άσυλο
απο εμάς.
Τέταρτη ιστορία, είναι του
κρατουμένου στις φυλακές της Τρίπολης Τσόκα. Περιέγραψε τις συνθήκες διαβίωσης
στις φυλακές, που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων διακόσια δεκαπέντε άτομα να ζουν
σε κελιά για εξήντα πέντε συνολικά, εννέα ντουσιέρες για όλους – έξω στην αυλή,
έξι σόμπες που δεν δουλεύουν ταυτόχρονα για όλους τους κρατουμένους τον
χειμώνα, καμία προστασία από τις συνθήκες βρασμού που επικρατούν το καλοκαίρι,
βρώμικο φαγητό, απαράδεκτες συνθήκες σε τουαλέτες. Το Δικαστήριο Ανθρωπίνων
Δικαιωμάτων αποδέχθηκε τους ισχυρισμούς του, και μόλις σήμερα καταδίκασε την
Ελλάδα για παραβίαση των όσων προβλέπονται στο άρθρο 3 της Σύμβασης Προστασίας
Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων περί απαγόρευσης της απάνθρωπης και εξευτελιστικής
μεταχείρισης.
Ο άνθρωπος της πέμπτης ιστορίας,
είσαι εσύ. Εφτασες μέχρι εδώ, διαβάζοντας για τέσσερις ανθρώπους που πολέμησαν,
θέτοντας σε κίνδυνο την σωματική τους ακεραιότητα, τις δουλειές τους, την
ελευθερία τους, θέτοντας σε κίνδυνο υπαρκτό ακόμα και την ζωή τους, για να
επικοινωνήσουν, ο καθένας με όποιον τρόπο μπορούσε, το κακό που τους κάναμε
εμείς. Εμείς είμασταν οι φύλακές τους, εσύ και εγώ, εμείς αυτοί που είχαμε
υποχρέωση να τους προστατεύουμε, εμείς αυτοί που είχαμε την ευθύνη τους, που θα
έπρεπε να ήμασταν η ασπίδα για τα ανθρώπινα δικαιώματά τους – τα ελάχιστα, και
όμως τόσο πολύτιμα. Εμείς τους βασανίσαμε ή τους αγνοήσαμε, εμείς είχαμε την
ευθύνη για τα βάσανά τους ή αδιαφορήσαμε όταν άλλοι τους βασάνιζαν. Και αυτοί
οι άνθρωποι, χωρίς να μας πονέσουν, χωρίς να μας χτυπήσουν, χωρίς να μας
απειλήσουν, με αξιοπρέπεια όλοι τους, με ευγένεια και μέσα στους κανόνες
πολιτισμού και δικαιοσύνης, ζητήσαν να διαβάσεις αυτές τις μικρές ιστορίες, και
να αναρωτηθείς αν μπορείς να κάνεις κάτι γι’ αυτό.
Μην τους γελάσεις. Υπέστησαν πολλά
για να διαβάσεις εσύ αυτές τις ιστορίες. Χρειάστηκαν αυτοί οι τέσσερις, πιο
έντιμοι από μένα άνθρωποι, οι ιστορίες που χρειάστηκε να πουν για να σε
αναγκάσω, να γίνεις, όπως είμαι και γω, ο πέμπτος άνθρωπος.
Τι θα κάνεις γι’ αυτό;