Wednesday, 23 August 2017

πώς ξεχνάτε?!


Ο κομμουνισμός και τα εγκλήματα

Posted by sarant στο 23 Αύγουστος, 2017

Πολλή συζήτηση έχει προκαλέσει η απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης Σταύρου Κοντονή να μην πάρει μέρος στο Διεθνές Συνέδριο «Η κληρονομιά στον 21ο αιώνα των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν από τα κομμουνιστικά καθεστώτα», που πραγματοποιείται σήμερα στο Ταλίν της Εσθονίας, στο πλαίσιο εκδηλώσεων που διοργανώνει η εσθονική προεδρία της ΕΕ.

Προσωπικά, συμφωνώ και με την απόφαση και με την επιστολή του Κοντονή προς την εσθονική προεδρία και χαίρομαι που η ελληνική αντίδραση συντέλεσε ώστε και η ευρωομάδα της Αριστεράς (GUE-NGL) να καταδικάσει την ανιστόρητη αυτή εκδήλωση, που όχι απλώς εξισώνει τον ναζισμό με τον κομμουνισμό αλλά επιπλέον αποσιωπά τα εγκλήματα του πρώτου για να εστιαστεί στα εγκλήματα και τα «εγκλήματα» του δεύτερου. Μαθαίνω μάλιστα ότι η εσθονική προεδρία, εξαιτίας της ελληνικής αντίδρασης έκανε κάποιες, αν και μάλλον επουσιώδεις, τροποποιήσεις στα κείμενα του συνεδρίου.

Υπάρχει εδώ βεβαίως η εσθονική ιδιαιτερότητα, που δίνει συγχωροχάρτι στους ναζί, αλλά η εξίσωση κομμουνισμού-ναζισμού είναι δυστυχώς κεντρική πολιτική γραμμή της δεξιάς πλειοψηφίας που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια στην ΕΕ. Άλλωστε, η σημερινή μέρα, η 23η Αυγούστου, έχει ανακηρυχθεί από την ΕΕ, από το 2009, «Ημέρα μνήμης για τα θύματα των ολοκληρωτικών καθεστώτων».

Υπάρχει όμως και η ελληνική ιδιαιτερότητα -ή τουλάχιστον υπήρχε. Στη σχετική ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το 2009, για την καθιέρωση της ημέρας μνήμης, κανείς Έλληνας ευρωβουλευτής δεν ψήφισε το κοινό ψήφισμα τεσσάρων πολιτικών ομάδων, που εξομοίωνε κομμουνισμό και ναζισμό και που εγκρίθηκε με άνετη πλειοψηφία. Οι ευρωβουλευτές της ΝΔ απείχαν από την ψηφοφορία, ενώ ο επικεφαλής τους, ο Ιωάννης Βαρβιτσιώτης δήλωνε ότι «Η αποτίμηση ιστορικών γεγονότων είναι αποκλειστικό έργο των ιστορικών και μόνο». Οι ευρωβουλευτές του ΠΑΣΟΚ καταψήφισαν, θεωρώντας ότι «το ψήφισμα αυτό προχωράει σε ανεπίτρεπτη εξομοίωση ναζισμού και κομμουνισμού». Καταψήφισαν φυσικά και οι, λιγότεροι τότε, ευρωβουλευτές της Αριστεράς, του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ.

Επομένως, η σημερινή άρνηση του Σταύρου Κοντονή να συμμετάσχει στο συνέδριο του Ταλίν εκφράζει όχι μόνο μια αριστερή θέση αλλά, ουσιαστικά, και την εθνική γραμμή του 2009. Παραδόξως, η ΝΔ σχεδόν σύσσωμη και αρκετά στελέχη του ΠΑΣΟΚ έχουν αποστατήσει από αυτή την εθνική γραμμή και έχουν διολισθήσει σε ακροδεξιές τοποθετήσεις. Από το 2009 ως σήμερα δεν έχουν έρθει στην επιφάνεια τίποτε νέα εγκλήματα των κομμουνιστών που να δικαιολογούν αυτή την αλλαγή στάσης -το μόνο που άλλαξε είναι ότι ένα μικρό αριστερό κόμμα, με καταβολές στον κομμουνισμό και στον ευρωκομμουνισμό, που ήταν πολύ συμπαθητικό όταν περιοριζόταν στο 3%, βρέθηκε περιέργως στην εξουσία και τη στέρησε από τους γεννημένους να τη νέμονται.


Ότι ο αντικομμουνισμός είναι κακό πράγμα για τη δημοκρατία, το καταλάβαμε καλά στο πετσί μας το 1967-74. Ότι βλάπτει επίσης την ευφυΐα και την καλαισθησία το βλέπουμε είτε στο καταγέλαστο εξώφυλλο των ΜαριΝέων, που ανακαλύπτει σταλινισμό στην εξουσία, είτε στις δηλώσεις και στελεχών της ΝΔ που μας είχαν συνηθίσει σε πιο ανοιχτόμυαλες τοποθετήσεις, όπως της Μαριέτας Γιαννάκου, η οποία προσπάθησε να χρεώσει τον εθνικοσοσιαλισμό στην Αριστερά επειδή περιέχει το συνθετικό «σοσιαλισμός»! «Το ναζιστικό κόμμα της Γερμανίας ήταν εθνικοσοσιαλιστικό και συνεπώς αριστερής προέλευσης», τιτίβισε. -ένα επιχείρημα που ανθυπασπιστής της δεκαετίας του 1950 θα το θεωρούσε γελοίο και δεν θα το παρουσίαζε στους φαντάρους που είχε να διαπαιδαγωγήσει εθνικώς.

Βέβαια, αυτό το κουτοπόνηρο επιχείρημα το έχουν διδάξει πρώτοι ο Άδωνης και ο Βορίδης -και αυτό είναι το δυστύχημα, ότι αυτοί δίνουν πλέον τη γραμμή στην αξιωματική αντιπολίτευση και ότι έχει συρρικνωθεί το κέντρο.

Θα μπορούσε κανείς να προβάλει την ένσταση ότι η ελληνική κυβέρνηση, στριμωγμένη από τα μνημονιακά μέτρα που έχει συμφωνήσει να εφαρμόζει, προσπαθεί να τα αντισταθμίσει με συμβολικές και ανέξοδες αριστερές πλειοδοσίες σε θέματα όπως η κλήρωση για τους σημαιοφόρους ή, τώρα, η άρνηση συμμετοχής στο εσθονικό συνέδριο.

Ωστόσο, η ένσταση αυτή παραβλέπει το γεγονός ότι και στις δύο αυτές περιπτώσεις, αλλά και σε άλλες ανάλογες, τον θόρυβο δεν τον προκάλεσε η κυβέρνηση ή τα φιλικά της μέσα, αλλά η αντιπολίτευση. Η αντιπολίτευση ήταν που ανέδειξε σε μείζον θέμα τόσο την κλήρωση όσο και το εσθονικό συνέδριο. Μάλιστα, σε αυτό το τελευταίο θέμα κήρυξε πανστρατιά, αφού εκτός από τα στελέχη της ΝΔ φλογερές αντικομμουνιστικές τοποθετήσεις έκαναν επίσης ο Ευ. Βενιζέλος, ο Ανδρ. Λοβέρδος ή τα Νέα. (Και πάλι, έχει γούστο η σύγκριση με το παρελθόν -πριν από 10-15 χρόνια, οι εφημερίδες του ΔΟΛ είχαν καταγγείλει τις πρωτοβουλίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο για ταύτιση του κομμουνισμού με τον ναζισμό όπως μάς θυμίζει ο ισχυρομνήμων Δ. Ψαρράς).

Το γεγονός ότι η ταύτιση Χίτλερ και Στάλιν γίνεται μόνο από απατεώνες ή ανόητους δεν σημαίνει ότι ο Στάλιν είναι το πρότυπό μας -κάθε άλλο, παρά την κατανοητή από μια άποψη αλλά απολύτως αποκαρδιωτική στροφή του σημερινού ΚΚΕ, το οποίο μέσα στον 21ο αιώνα «αποκατέστησε» τον Στάλιν ανατρέποντας την τακτική των προηγούμενων δεκαετιών. Η ανανεωτική αριστερά έχει απορρίψει, καταδικάσει, αποκαλύψει και ανατάμει τις παρεκτροπές των χωρών του υπαρκτού σοσιαλισμού, αλλά εξίσου απορρίπτει τη σημερινή αντισταλινική υποκρισία. Βέβαια, με τα γυαλιά του αντίπαλου οι διαφορές μεταξύ αντισταλινικών και «σταλινικών» αριστερών είναι ελάχιστες και τα σκάγια παίρνουν εξίσου τους μεν και τους δε.
  
 
Θα κλείσω αναδημοσιεύοντας δυο εκτενείς τοποθετήσεις -μία του συγγραφέα Θοδωρή Ρακόπουλου, με την οποία συμφωνώ σχεδόν απόλυτα, και μία του πολιτικού Νίκου Μπίστη, που βέβαια έχει περάσει από πολλά κόμματα της αριστεράς και της κεντροαριστεράς.

Πρώτα παραθέτω κάτι που έγραψε στον τοίχο του στο Φέισμπουκ ο Θ. Ρακόπουλος, που μάλιστα μπορεί να ενοχληθεί διότι το ξεσηκώνω χωρίς να τον ρωτήσω πρώτα:

Θα το πω όσο πιο σχηματικά γίνεται, και προφανώς το πρώτο και το δεύτερο πληθυντικό πρόσωπο είναι ρητορικό σχήμα:

Ναι, οι δίκες της Μόσχας, τα γκουλάγκ και το Χολοντομόρ. Έγιναν και δεν τα ξεχνάμε. Και δεν συγχωρούνται. Εντός της Αριστεράς συζητήθηκαν εξοντωτικά και δεν υπάρχει σοβαρός άνθρωπος που να μην τα ξέρει και να αναμετριέται μαζί με την μνήμη αυτή συνέχεια.

Εσείς πώς ξεχνάτε τα παιδάκια που πολέμησαν και διέλυσαν τον Χίτλερ μες στο χιόνι; Πώς ξεχνάτε την αριστερή αντιπολίτευση; Πώς ξεχνάτε την έμπνευση για το αντιαποικιακό κίνημα; Πώς ξεχνάτε την απελευθέρωση του Άουσβιτς; Πώς ξεχνάτε το αντίπαλον δέος που γέννησε τo δυτικό welfare state; Ποιανού δουλειά ήταν όλο αυτό; Του ελεύθερου κόσμου;

Πώς ξεχνάτε τις ατομικές βόμβες στην Ιαπωνία; Πώς ξεχνάτε τις ναπάλμ στην Ινδοκίνα; Πώς ξεχνάτε τις δικτατορίες στη Λατιναμέρικα; Πώς ξεχνάτε το IMF στην Αφρική; Πώς ξεχνάτε το Partition, το Apartheid, το Jim Crow, την Αλγερία, την Ανγκόλα; Ποιανού δουλειά ήταν όλο αυτό; Του κομμουνισμού;

Kαι θα κλείσω με την «κεντρώα» τοποθέτηση ενός «πρώην» (δικός του ο χαρακτηρισμός) που δεν ισοπεδώνει, του Νίκου Μπίστη:


Εδώ και χρόνια στενοχωρώντας πολλούς φίλους μου έχω αντιταχθεί στην απλουστευτική -και βολική προπαγανδιστικά- εξομοίωση ναζισμού και κομμουνισμού. Υπάρχει ένα απλό και γι’ αυτό καθόλου απλοϊκό επιχείρημα απέναντι στην ισοπέδωση που αναδεικνύει τον πυρήνα της διαφοράς.

Ένας μέσος δημοκράτης, φυσιολογικός άνθρωπος, είναι πολύ πιθανό να κάνει παρέα με έναν κομμουνιστή. Ποτέ δεν θα κάνει με ένα ναζιστή και παρά πολύ δύσκολα με ένα χουντικό. Δεν μιλάω θεωρητικά, το έζησα στο σπίτι μου. Ο πατέρας μου ήταν κεντροαριστερός της εποχής του. Στις εθνικές εκλογές ψήφιζε Ένωση Κέντρου παρότι θεωρούσε τον Γεώργιο Παπανδρέου λογά. «Πολλά λόγια, λίγο ζουμί» έλεγε χαρακτηριστικά. Αλλά αμέσως συμπλήρωνε: «Αλλά τώρα δεν παίζουμε, ψηφίζουμε για την δημοκρατία».

Στις δημοτικές ψήφιζε σταθερά Εδαΐτες ή κοινούς υποψηφίους Κέντρου – Αριστεράς. Στην γκρίνια της μητέρας μου -δεξιά με τον αδελφό της αξιωματικό που τραυματίστηκε στον Γράμμο- απαντούσε : «Αυτοί είναι δουλευταράδες και τίμιοι, τέτοιους θέλει ο δήμος. Και οι περισσότεροι που γνωρίζω είναι καλοί άνθρωποι. Έχεις να πεις τίποτε για τον Παναγή;». Και εκεί τέλειωνε η συζήτηση γιατί ο Παναγιώτης Δεληγιάννης ήταν ο αγαπημένος φίλος της μητέρας μου στην μεγάλη και πολύχρωμη πολιτικά παρέα των γονιών μου. Γλυκός άνθρωπος, γλεντζές με μια εφημερίδα η ένα βιβλίο πάντα στο χέρι και… κομμουνιστής.

Καλοί άνθρωποι λοιπόν -κατά πλειοψηφία- γιατί όπως μας θύμισε ο Μανώλης Αναγνωστάκης υπήρχαν και καθάρματα που έκαναν εξορία. Όμως μπορεί κάποιος να αποκαλέσει ένα ναζιστή της διπλανής πόρτας «καλό άνθρωπο» και να κάνει παρέα με τον Μιχαλολιάκο, τον Κασιδιάρη και τον Παναγιώταρο; Δεν θα μπω στην συζήτηση για το αν ο εφαρμοσμένος υπαρκτός ήταν παρέκκλιση ή αναπόφευκτη πορεία. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι κομμουνιστές στο όνομα του θεωρητικού ιδεώδους αντιτάχθηκαν με τεράστιο προσωπικό κόστος σε αυτό που οικοδομήθηκε ως εφαρμογή του ιδεώδους. Στο ναζισμό δεν υπάρχουν τέτοιες διαφοροποιήσεις. Θεωρία, πράξη και άνθρωποι συμπίπτουν.

Αλλά και η Ιστορία δεν επιτρέπει τέτοιες απλουστεύσεις. Γιατί εκτός από τα Γκουλάγκ και το Κατίν υπάρχει και το Στάλινγκραντ. Κάτι περισσότερο ήξεραν ο Ρούζβελτ και ο Τσόρτσιλ από διάφορους σημερινούς αμετανόητους δεξιούς και άλλους μεταμελημένους αριστερούς. Και πριν από το Σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντροπ προηγήθηκε η κωλυσιεργία Αγγλογάλλων και η άρνηση των Πολωνών να συνάψουν αμυντική συμφωνία με την Σοβιετική Ένωση (αποκαλυπτικός ο Τσόρτσιλ επ’ αυτού).

Όλοι λοιπόν οι ολοκληρωτισμοί δεν ήταν ίδιοι, όπως και οι μοναρχίες δεν ήταν ίδιες ου μην αλλά και οι δημοκρατίες. Ούτε όλες οι αριστερές είναι ίδιες, ούτε οι ηγέτες . Άλλο ο Χο Τσί Μίνχ άλλο ο Πολ Ποτ. Άλλο ο Μπερλινγκουέρ άλλο ο Μπρέζνιεφ. Να κάνουμε, λοιπόν, όσες συζητήσεις χρειάζονται για τον κομμουνισμό και προσωπικά τις έχω κάνει εντός μου και έχω καταλήξει από το 1980 όταν επισκέφτηκα την Σοβιετική Ένωση. Παίρνοντας όμως υπόψη και την αντιφατικότητα της Ιστορίας. Η Σοβιετική Ένωση π.χ. ήταν φυλακή για τους λαούς της αλλά και αντίπαλο δέος. Οι κατακτήσεις των εργαζομένων στην Δύση οφείλονται -πέραν της σοσιαλδημοκρατίας- και στο αντίπαλο δέος.

Εν πάση περιπτώσει πολλοί ταυτίζουν ναζισμό και κομμουνισμό αποδοκιμάζοντας εξίσου και τους δύο. Κομμάτια να γίνει. Υπάρχουν όμως και αυτοί που το παραξηλώνουν αποδοκιμάζοντας μόνο τον κομμουνισμό λες και η Ιστορία αρχίζει το 1989. Και δεν έχουμε στην περίπτωση της Εσθονίας να κάνουμε με κάποια απαστράπτουσα δημοκρατία που αγωνίζεται για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μάλλον έχουμε μια αντεστραμμένη εικόνα του παρελθόντος.

Το 35 με 40 % των κατοίκων της Εσθονίας, ρωσικής καταγωγής, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της εσθονικής κυβέρνησης, δεν διέθεταν καμία υπηκοότητα, δεν μπορούσαν να ψηφίσουν στις εκλογές και δεν είχαν καν δικαίωμα μόνιμης παραμονής. Για τις διακρίσεις σε βάρος των ρωσικών μειονοτήτων στις βαλτικές χώρες η ΕΕ δείχνει απέραντη και περίεργη «κατανόηση» και ανοχή. Όποτε κάτι ανάλογο συμβαίνει στην Ρωσία δικαιολογημένα δείχνει την ευαισθησία της. Μόνο που η επιλεκτικότητα και τα διαφορετικά μέτρα και σταθμά τραυματίζουν την εικόνα μιας αμερόληπτης Ένωσης αρχών εφαρμοζόμενων προς πάσα κατεύθυνση.

Και επειδή πολλοί αρέσκονται σε μαθήματα Ιστορίας με μονόπλευρη όμως προσέγγιση , καλό είναι να έχουμε κατά νου ότι αν θεσπιστεί ημέρα καταδίκης των συνεργατών των Γερμανών -με προτίμηση στην εξόντωση Ρώσων και Εβραίων- στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, Εσθονοί και Λιθουανοί θα διεκδικήσουν το «χρυσό» μετάλλιο. Αυτό δεν δικαιολογεί την μετέπειτα συμπεριφορά των Σοβιετικών απέναντι τους. Όμως φαίνεται ότι εκεί στην Βαλτική δεν μαθαίνουν από τις στροφές της Ιστορίας.


πηγή: sarantakos

1 comment:

  1. Λολ! Αμετανόητα κολλημένοι. No hope.

    ReplyDelete