Saturday 30 March 2013

κανονικά


Καθόταν, κοιτούσε και κατέγραφε

Δούλευε κανονικά, με ωράριο, σε μεγάλη εταιρία, και ήταν επιφορτισμένος με το καθήκον να κάθεται στο γραφείο δίπλα στο μεγάλο παράθυρο, να κοιτάζει προς τα έξω και να σημειώνει πότε ο ουρανός πάνω από τα κεντρικά της εταιρίας ήταν εντελώς ηλιόλουστος, πότε μαζεύονταν σύννεφα, σε τι ποσοστό κάλυπταν τον ήλιο και για πόση ώρα, πότε ακριβώς ξεκίναγε και πότε ακριβώς τελείωνε η κάθε βροχή. Οι αρμοδιότητές του περιορίζονταν στη συμπλήρωση αυτών των ημερήσιων αναφορών, καθώς άλλα τμήματα ήταν επιφορτισμένα με την αρχειοθέτηση, επεξεργασία και στατιστική ανάλυσή τους.  Η δουλειά του μπορεί να φαινόταν σχετικά απλή, ήταν ωστόσο σαφές πως δεν μπορούσε να την κάνει ο καθένας. Ο εταιρικός θρύλος έλεγε πως οι τρεις προκάτοχοί του στο συγκεκριμένο πόστο είχαν χάσει τα λογικά τους, καθώς η συννεφιά μπορεί απλά να σου χάλασει τη διάθεση και η λιακάδα απλά να στην φτιάξει όταν ασχολείσαι με άλλα πράγματα και ο ουρανός είναι μοναχά το φόντο. Όταν όμως η παρατήρηση του ουρανού γίνεται η κύρια απασχόλησή σου, αργά ή γρήγορα διαπιστώνεις πως υπάρχει κάτι που δεν αντέχεται στην έλευση της κάθε συννεφιάς. Εκείνος όμως ήταν φαίνεται φτιαγμένος από άλλα υλικά κι είχε έτσι διαψεύσει όλες τις προβλέψεις, έχοντας γίνει η αιτία να αλλάξουν πολλά λεφτά χέρια σε ενδοεταιρικά στοιχήματα, καθώς συμπλήρωνε ήδη ένα χρόνο, στον οποίο δεν είχε δείξει το παραμικρό σημάδι κλονισμού.

Καθόταν, κοιτούσε και κατέγραφε. Καθόταν, κοιτούσε και κατέγραφε. Με ολοένα και μεγαλύτερη ακρίβεια, έχοντας αφήσει πίσω την απειρία των πρώτων μηνών. 9:32, σύννεφα πλησιάζουν από τον νότο / 9:38, συννεφιά καλύπτουσα το 10% της ατμόσφαιρας / 9:47, ουρανός εντελώς μουντός.

Έμεινε στη θέση του δώδεκα χρόνια, πέντε μήνες και τέσσερεις ημέρες. Θα έμενε παραπάνω, αλλά η εταιρία άντεξε λιγότερο από αυτόν κι έκλεισε. Τον πρώτο καιρό της ανεργίας έψαξε με επιμονή για άλλη δουλειά, αλλά δεν κατάφερε να βρει τίποτα. Σιγά σιγά άρχισε να κλείνεται στο σπίτι του. Για να μη σκουριάζει, τοποθέτησε μια καρέκλα κι ένα τραπέζι δίπλα στο παράθυρο κι άρχισε να συμπληρώνει αναφορές κάθε μέρα.

Καθόταν, κοιτούσε και κατέγραφε. Καθόταν, κοιτούσε και κατέγραφε. Όντας πλέον ο κύριος των αναφορών του, άρχισε να τις κολλάει στους τοίχους του σπίτιου του. Πρώτα κάλυψε το υπνοδωμάτιό του, μετά το σαλόνι, μετά ολόκληρο το σπίτι. Από τους τοίχους πέρασε στα πατώματα, μέχρι που τέλειωσαν κι αυτά. Μετά άρχισε να τις τοιχοκολλά στη γειτονιά του, ύστερα άρχισε να επεκτείνεται σε άλλες. Σίγουρα κάποιοι θα τις έβρισκαν χρήσιμες. Κι άλλωστε αυτό είχε μάθει να κάνει κι ήθελε να εξακολουθήσει να το κάνει καλά.

Οι αναφορές στους τοίχους άρχισαν να κινούν την περιέργεια του κόσμου, μια μέρα τον εντόπισε ένας δημοσιογράφος, σύντομα την πρώτη συνέντευξη ακολούθησε η δεύτερη, κι απέκτησε έτσι ένα σχετικό στάτους.

'Ηταν γέρος πια, αλλά άξιζε τον κόπο, καθώς είδε να μαζεύονται σπίτι του νέα παιδιά που ήθελαν να μάθουν την τέχνη του. Κάθονταν δίπλα δίπλα κοντά στο παράθυρο κι αυτός από πάνω τους τους επέβλεπε ικανοποιημένος. Ναι, πολλοί από αυτούς τρελάθηκαν στην πορεία. Αλλά αυτή η δουλειά δεν ήταν για όλους.

Λίγα χρόνια αργότερα είχε αποσυρθεί εντελώς και απλά καθόταν και χάζευε τον ουρανό. Καθόταν, κοιτούσε και δεν κατέγραφε. Καθόταν, κοιτούσε και δεν κατέγραφε. Μαζεύονταν σύννεφα κι αυτός τα κοιτούσε χαιρέκακα, ξέροντας πως η υποχρέωσή του απέναντί τους είχε τελειώσει. Τώρα μπορούσε να κλάψει. Αλλά δεν υπήρχε κανείς δίπλα του να καταγράψει τα δάκρυά του. Έτσι τα κράτησε μέσα του.

Έζησε μερικές εβδομάδες ακόμα, που τις πέρασε από την επόμενη ημέρα μπροστά σε έναν καθρέφτη. Καθόταν, κοιτούσε και κατέγραφε. Καθόταν, κοιτούσε και κατέγραφε. 11:14, συγκινούμαι πάλι, μα πώς; / 11:15, βούρκωσα / 11:16 - 12:07, κλαίω / 12:08, νιώθω καλύτερα / 12:22, γελάω.

πηγή: old-boy

No comments:

Post a Comment