Από τον Μέτοικο στον... «λάθρο»
του Πέτρου Κατσάκου
Μουσική-Ζώρζ
Μουστακί
Οι στίχοι του
ποιητή Δημήτρη Χριστοδούλου
Σαν σύννεφο απ’ τον καιρό
μονάχο μες τον ουρανό
πήρα παιδί τους δρόμους
Περπάτησα όλη τη γη
μ’ ένα τραγούδι στην καρδιά
και τη βροχή στους ώμους
Μ’ αυτά τα χέρια σαν φτερά
που δεν εγνώρισαν χαρά
πάλεψα με το κύμα
Κι είχα βαθιά μου μια πληγή
αγάπη που δε βρήκε γη
χαμένη μες το κρίμα
Με πρόσωπο τόσο πικρό
από τον ήλιο το σκληρό
χάθηκα μες τη νύχτα
Κι ο έρωτας με πήγε κει
που `χα στα χείλη το φιλί
μα συντροφιά δεν είχα
Με την καρδιά μου μια πληγή
περπάτησα σ’ αυτή τη γη
που είχα να τη ζήσω
Μα μου τα πήρανε μαζί
το όνειρο και την αυγή
και φεύγω πριν αρχίσω
Σαν σύννεφο απ’ τον καιρό
μονάχο μες τον ουρανό
θα `ρθω ξανά κοντά σου
Μέσα σε κείνη τη βροχή
που σ’ άφησα κάποιο πρωί
κι έχασα τη ζωή μου
Θα `ρθω ξανά απ’ τα παλιά
σαν το πουλί απ’ το νοτιά
την πόρτα να χτυπήσω
Θα `ναι μια άνοιξη πικρή
που όλα θ’ ανοίγουνε στη γη
κι απ’ την αρχή θ’ αρχίσω
«Περπάτησα όλη τη γη μ' ένα τραγούδι στην καρδιά και τη βροχή στους
ώμους...» έλεγε ο στίχος του Δημήτρη Χριστοδούλου στον Μέτοικο που ντύθηκε
με τη μελωδία και τη φωνή του Ζωρζ Μουστακί.
Ένα τραγούδι που
έδεσε τον «περιπλανώμενο εβραίο» τον «έλληνα βοσκό», τον ελληνικής καταγωγής
αιώνιο ταξιδιώτη του γαλλικού τραγουδιού που σίγησε χθες.
Μόνο που ο Μέτοικος
δεν είναι μονάχα τραγούδι.
Είναι μια ανθρώπινη
σκιά που μας ακολουθούσε και εξακολουθεί να μας ακολουθεί. Με τον όρο μέτοικος
εννοείτο κατά την αρχαιότητα εκείνος που κατοικούσε στα όρια μιας πόλης-κράτους
αλλά δεν καταγόταν από αυτήν.
Οι μέτοικοι είχαν
συνήθως περιορισμένα ή καθόλου πολιτικά δικαιώματα.
Ο όρος είναι κυρίως
γνωστός από την αρχαία Αθήνα, την πόλη που συγκέντρωνε τους περισσότερους
ξένους λόγω της αίγλης και της οικονομικής ανάπτυξής της.
Τότε μέτοικοι, σήμερα
«λαθρομετανάστες».
Οι λέξεις ξεχάστηκαν,
οι συνθήκες παρέμειναν ίδιες.
Άνθρωποι στο
περιθώριο και στο στόχαστρο.
Βορά στα νύχια
μαυροφορεμένων αιμοδιψών.
Με τους ποιητές να
ζητούν πια ξεχωριστά παγκάκια για τους μέτοικους και τον Μουστακί σιωπηλό, θα
ακούμε μονάχα τις κραυγές που διαπερνούν τα συρματοπλέγματα κάποιας Αμυγδαλέζας.
Θα μετράμε βυθισμένες
ελπίδες στα νερά του Αιγαίου και ακρωτηριασμένες ψυχές στα ναρκοπέδια του Έβρου
σιγομουρμουρίζοντας τη μελωδία του Μέτοικου στην πόλη του «Ξένιου Δία».
No comments:
Post a Comment